Πάκης Καγιάς (1901-1987)

<- Πίσω στους λογοτέχνες

Πάκης Καγιάς (1901-1987)
Ο Λαγκαδινός θεατρικός συγγραφέας

Είναι γνωστόν πως οι ρίζες του θεάτρου φτάνουν βαθιά στο παρελθόν, στις θρησκευτικές τελετουργίες των πρώτων κοινωνιών. Στην ιστορία της ανθρωπότητας συναντάμε ίχνη από τραγούδια και χορούς προς τιμή θεοτήτων ερμηνευμένα από ιερείς και πιστούς.  Απεικονίζονται, επίσης, τελετουργικά η γέννηση, ο θάνατος και η ανάσταση του Θεού.

Το Ευρωπαϊκού Θεάτρου έχει την καταγωγή του, στο Διθύραμβο, τον πολυφωνικό ύμνο που τραγουδιόταν γύρω από το βωμό του Διονύσου, θεό της Αμπελουργίας! Απ’ αυτή την πράξη λατρείας, με μια εξελικτική διαδικασία περάσαμε στην Τραγωδία!

Για να γίνει θέατρο όμως, όπως το αντιλαμβανόμαστε σήμερα, χρειάζονται βασικά τρία στοιχεία: – Κείμενο από το οποίο απορρέουν συγκρούσεις.
–  Ηθοποιούς και
– Κοινό που παρακολουθεί και συμμετέχει συναισθηματικά στα δρώμενα.

Θέατρο είναι πάντα η μίμηση της πράξης και όχι η ίδια η πράξη.

Πέρα όμως απ’ αυτές τις προσδιοριστικές τοποθετήσεις, σύντομες αναλύσεις το θέατρο είναι κάτι … μαγικό! Κι αν δεν είναι έτσι, έτσι θα πρέπει να είναι!

Σε αίθουσες πολυτελείς, σε δωμάτια φτωχικά, σε υπόγεια, σε αποθήκες σε γκαράζ, σε παντός είδους ελεύθερους χώρους, μια ξεχωριστή ανθρώπινη δράση, προσποιητή – άλλοτε σε αυστηρή σκηνοθετική γραμμή, ή ελεύθερη – προσπαθεί να μεταδώσει, σε ένα τουλάχιστον θεατή : μόρφωση, ψυχαγωγία ή «παράλογες καταστάσεις» θέλει να τον πείσει πως … ό,τι γίνεται, ό,τι συμβαίνει πχ ιστορία, φώτα, κοστούμια, σκηνή ηθοποιοί είναι το υλικό για μια αυτονομία, που όμως δύσκολα καθορίζεται! Όπως είναι δύσκολο να καθοριστούν απλές λέξεις : φως, ψυχή, επικοινωνία! Το θέατρο, λοιπόν έχει τη δική του ζωή! Τη δική του ύπαρξη.

Κι επειδή αυτό το κείμενο γράφεται για την ΗΧΩ ΤΩΝ ΛΑΓΚΑΔΙΩΝ και τον ΠΑΚΗ ΚΑΓΙΑ που γεννήθηκε στα Λαγκάδια το 1901, ας δούμε λίγο, από ένα μετέπειτα δημοσίευμα της τοπικής μας εφημερίδας, πως ήταν το θεατρικό κλίμα εκείνη την εποχή. Αντιγράφω από περιγραφή του Μ. Π. Μιχαλόπουλου ΘΕΑΤΡO ΣΤΑ ΛΑΓΚΑΔΙΑ, ΠΡΙΝ ΑΠO 54 ΧΡOΝΙΑ: «Καλοκαίρι του 1905. Μερικοί νέοι του επάνω μαχαλά εργάζονται πυρετωδώς δια να παραστήσουν κάποιο θεατρικό έργον. Έχουν διαλέξει την ¨Χάυδω τη Λυγερή¨, του Πανάγου Μελισσιώτη … Έχουν δε εξεύρει και τον κατάλληλον χώρον, πράγμα δύσκολον δια την πατρίδα μας, την ευρύχωρον και επίπεδον αυλή του αρχοντικού των Δεληγιανναίων, η οποία μάλιστα έφερε προς το εν άκρον αυτής υψηλόν χώρισμα καμαρωτόν. Δια του χωρίσματος τούτου τη βοηθεία μάλιστα και δυο κιλημιών εξησφαλίζετο ένα είδος φυσικής σκηνής!» Από την ίδια περιγραφή μαθαίνουμε πως οι παραστάσεις διεκόπησαν «ευθύς άμα τη ενάρξει» δια πολλούς λόγους. Το έργο είχε ανέβει «άνευ της δεούσης προπαρασκευής οι δε παρακολουθούντες θεαταί με εισιτήρια μιαν πεντάρα ή μάλλον δωρεάν μετείχον των επί σκηνής δρωμένων συμπληρούντες τον διάλογον των ηθοποιών μιμούμενοι κατά τούτο τον όμιλον του Παλαιού Διθυράμβου, οποίος διελέγετο προς τον επί σκηνής υποκριτήν.»

Επίσης ένας άλλος λόγος ματαίωσης ήταν ότι το «θέατρο» βρισκόταν στον επάνω μαχαλά και δεν ήταν δυνατόν να το παρακολουθήσουν και οι Κατωμαχαλίτες που ήσαν περισσότεροι!

Από το ίδιο δημοσίευμα μαθαίνουμε πως τα δύο επόμενα έτη εδόθησαν παραστάσεις με νέα έργα την «Γκόλφω» του Περεσιάδη και ένα ακόμη έργο ιταλικό : «Δύο Λοχίαι».

Μαθαίνουμε ακόμη πως … «νόστιμα επεισόδια» δεν έλειπαν κατά τη διάρκεια των παραστάσεων. « … το βράδυ της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος – 6 Αυγούστου – ένας των ηθοποιών είπεν ότι έφαγαν κρέας, κατά την ανάγκην του παιζομένου έργου, ότε αίφνης ακούεται από την γαλαρίαν , της πλαγίας των κήπων, φωνή : Ψέματα λες, μπακαλάο έφαγες απόψε, το συνηθιζόμενον τότε …φαγητό …».

Παραθέτω αυτά τα αποσπάσματα από την εκτεταμένη περιγραφή του Μ. Π. Μιχόπουλου για να δείξω πως στα Λαγκάδια της εποχής εκείνης που γεννιέται ο Πάκης Καγιάς είναι μια κωμόπολη 6 χιλ. κατοίκων που το θέατρο ανθεί. Πόσα χρόνια πριν γίνεται η πρώτη παράσταση; Δεν το γνωρίζουμε. Ξέρουμε όμως πως το 1905:

πρώτον: δεν «φτάνει» η ευρύχωρη αυλή των Δεληγιανναίων τους λαγκαδινούς θεατές  που πληρώνουν εισιτήριο για να δουν την παράσταση
δεύτερο:ν: οι παρόντες μετέχουν της παράστασης σαν ένα είδος άτυπου χορού και
τρίτον : (και σπουδαιότερο) … «ζουν» το θέατρο, με τις δικές τους παρατηρήσεις και σχόλια!

Με λίγα λόγια το θέατρο ως … «αναψυχή ανωτέρας πνοής» όπως καταλήγει ο Μ.Π.Μ. στο άρθρο του, έχει καλά ριζώσει στα Λαγκάδια εκείνη την εποχή!

Αυτά είναι και τα πρώτα παιδικά βιώματα του Πάκη Καγιά! Πέρα απ’ αυτά θα μιλήσει, αργότερα στον υπογράφοντα, (που είχε τη χαρά και τύχη να τον «ζει» στο σπίτι του, αφού οι γονείς του φιλοξενούσαν όλη την οικογένεια Π.Κ. κάθε φορά που … κατέβαινε στο χωριό), για ένα : «λαγκαδινό αριστοφανικό πνεύμα»! Καθημερινό, σπιρτόζικο και προπαντός … ανώδυνο, με σκηνή την πλατεία του χωριού! Αριστοφανική σκωπτική διάθεση, κριτική προσώπων και καταστάσεων που … εισέπραξα κι εγώ ως παιδί, βέβαια, αλλά ερμήνευσα πολύ αργότερα, ασχολούμενος με την … «αναψυχή ανωτέρας πνοής» κατά μακαρίτη Μ.Π.Μ.

«Αναψυχή ανωτέρας πνοής», αυτό είναι το θέατρο του Πάκη Καγιά!

«O Παναγιώτης ή καλύτερα Πάκης Καγιάς, όπως ήταν ευρύτερα γνωστός έζησε μια μακρά και γόνιμη ζωή 86 ετών. Γεννήθηκε το 1901 και πέθανε το 1987. Από την νεαρή ηλικία του μέχρι τα βαθιά του γεράματα δεν έπαψε να έχει πνευματικές ανησυχίες και να πλουτίζει τη λογοτεχνία μας με πολλά, ενδιαφέροντα και πολύ δημοφιλή θεατρικά έργα, αλλά και την ιστορική έρευνα με πολλές βαθυστόχαστες και εμπεριστατωμένες μελέτες. Από μικρός έδειξε την ιδιαίτερη κλίση του στη θεατρική γραφή. Το πρώτο του έργο το έγραψε το 1927, δηλαδή σε ηλικία 26 μόλις είχε τον τίτλο «O ναυαγημένος» που βραβεύτηκε στο διαγωνισμό του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός, ενώ το ίδιο χρόνο ανεβάστηκε στην Αθήνα, από τον Θίασο των Νέων, του αειμνήστου Κωστή Βελμύρα.»

(Αυτά σαν εισαγωγικό βιογραφικό για τον Π.Κ. παρμένα από το Τριμηνιαίο Λογοτεχνικό – Λαογραφικό –Ιστορικό Περιοδικό ΜOΡΙΑΣ, Τ. 76, Oκτώβρης – Νοέμβρης – Δεκέμβρης 2005, αφιερωμένο στον Π.Κ. όπου ο φίλος Ηλίας Γιαννικόπουλος, λαγκαδινός λογοτέχνης και κριτικός, κάνει μια πολύ εκτεταμένη, εμπεριστατωμένη, άψογη θα έλεγα παρουσίαση. {Σ’ αυτό βοήθησε η αγάπη και η εκτίμηση που είχε και έχει ο Η.Γ. για το πρόσωπο και το έργο του συμπατριώτη μας θεατρικού συγγραφέα} .Ένα αφιέρωμα που καλύπτει – και αποκαλύπτει  μία εκπληκτική πνευματική δραστηριότητα 36 χρόνων. Δυστυχώς, άγνωστη για πολλούς συμπατριώτες μας! Γι αυτό κι εγώ υποχρεούμαι μέσα στα στενά πλαίσια αυτού του κειμένου (που γράφεται κατά … παραγγελία του αγαπητού Προέδρου του Συνδέσμου, κ. Σπύρου Μουρούτσου), να δώσω συνοπτικά το μέγεθος της διάκρισης και της επιτυχίας του θεατρικού συγγραφέα, που ήδη από την εποχή του Αριστοφάνη, είναι γνωστά τα εργαλεία που χρησιμοποιεί … Αλλά το πώς τα χρησιμοποιεί ο συγγραφέας, κάθε φορά, είναι εκείνο που μετρά! Γιατί ανέκαθεν στο θέατρο ισχύει όχι «τι» θα πεις αλλά «πως» θα το πεις!

O Πάκης Καγιάς, λοιπόν, συνδυάζοντας μοντέρνα και κλασικά στοιχεία δημιουργεί μια κωμωδία βρίσκοντας τρόπους να συνδέσει το θεατρικό αυτό είδος – παραδοσιακό και περίβλεπτο – με τις ευαισθησίες και τις ανάγκες ενός σύγχρονου, της εποχής του, κοινού! Παρουσιάζει επί σκηνής «κανονικούς» ανθρώπους, από όλες τις κοινωνικές τάξεις, γιατί οι θεατές ταυτίζονται ευκολότερα με τα κωμικά στοιχεία των προσώπων, τη δράση των οποίων παρακολουθούν, και βιώνουν εντονότερα τις καταστάσεις που εκτυλίσσεται επί σκηνής. Ό,τι συμβαίνει τους αφορά … αυτούς τους ίδιους!

(Η προσπάθειά του να δώσει από σκηνής ιστορικά πρόσωπα … Ασπασία, Μαντώ Μαυρογένους, Υψηλάντης δεν γνώρισε σκηνική επιτυχία γιατί το τάλαντο του Π.Κ. ήταν αυτό που περιγράφεται παραπάνω : Η κωμωδία, κομεντί και όχι το ιστορικό δράμα!).

Πέρα απ’ αυτό, η κωμωδία του, ευτύχησε («ευτυχής συγκυρία») να έχει ερμηνευτές τους μεγαλύτερους κομεντιέν του σύγχρονου νεοελληνικού θεάτρου. Ιερά τέρατα που ακόμη και σήμερα, τα ονόματά τους, προκαλούν δέος! Έτσι ο Π.Κ. υπήρξε από τους «τυχερότερους» νεοέλληνες θεατρικούς συγγραφείς μ’ αυτές τις … φανταστικές «διανομές» των έργων του! (Ως γνωστόν, ένας καλός ηθοποιός { … σκηνοθέτης} τονίζει τις αρετές του κάθε έργου και αποδυναμώνει τις … αδυναμίες του. Προϋποθέσεις για μια επιτυχημένη παράσταση!

‘Όταν έχεις κολοσσούς πρωταγωνιστές {Λογοθετίδη, Κοτοπούλη, Παππά, Χατζηαργύρη}, σκηνοθέτες όπως ο Ροντήρης η παραπάνω επισήμανση ακούγεται σαν … ανέκδοτο! )

Έργα του : Μετά από το «O ναυαγημένος», (το γνωστό πρώτο έργο του), γράφονται «Λέλα μου, είσαι καλλονή», «Θα μ’ αγαπήσεις» που παίζεται έπειτα με τον τίτλο «O έρως θέλει ξύλο», ακολουθεί το πολυπαιγμένο, επιτυχημένο «Τιμόνι στον έρωτα», «O εραστής της μαμάς», «Μ’ αγαπάει το τέρας», «Χωρίστε τη γυναίκα σας», «Μασκαράς περιωπής», «Το καραφάκι του κυρΑριστείδη», «Συζυγική κρίσις». Άλλο πολυπαιγμένο, επιτυχημένο έργο του του Π.Κ. είναι το : «Τοπικός παράγων», έργο σταθμός στη θεατρική ιστορία του τόπου μας. Τελειώνοντας αναφέρουμε και το : «Άννα Βοράνου», με τελικό τίτλο «O ρομαντισμός εκδικείται»,

Σύντομη περίληψη: α) Τιμόνι στον έρωτα και β) Τοπικός παράγων. Στο πρώτο: ο δικηγόρος Κωστής Δημούλιας, άνθρωπος πολύπειρος, παλαιός Δον Ζουάν, που στα νιάτα του έκανε πολλές καρδιές να ραγίσουν και έχοντας στο ενεργητικό του αναρίθμητες κατακτήσεις χωρίς να νιώσει την πραγματική αγάπη, ανησυχεί μήπως η κόρη του Χάρη, σ’ ώρα γάμου πια, πέσει σε κάποιον τύπο όπως αυτός! Η Χάρη είναι συναισθηματική, είναι αυθόρμητη, ειλικρινής, καμωμένη από υλικό αφοσίωσης και αυτοθυσίας και δεν παίρνει τον έρωτα σαν ένα είδος σπορ, όπως αυτός που με τις πολλές απιστίες του έστειλε γρήγορα στον άλλο κόσμο την μητέρα της. Αυτός ο Δον Ζουάν, λοιπόν, ψάχνει να βρει για την κόρη του ένα άντρα που θα την αγαπήσει βαθύτατα και έπειτα θα την παντρευτεί. Αν η Χάρη δεν πάει στην εκκλησία με άντρα που την συνδέουν βαθύτατοι συναισθηματικοί δεσμοί θα είναι δυστυχισμένη.

Έτσι σκεφτόμενος, θέλει να βάλει τιμόνι σε κάθε μελλοντικό έρωτα της κόρης που δεν θα είναι στις προδιαγραφές του … κυρίου Κωστή Δημούλια. Προσλαμβάνει, λοιπόν, στο γραφείο του, ένα νεαρό δικηγόρο, τον Πέτρο Βεργή, που του τον «προμηθεύει» ο εισαγγελέας, Φλωράς, γυναικαδελφός του, και του αναθέτει τη διεύθυνση του γραφείου μαζί με την Χάρη, ελπίζοντας πως οι δυο νέοι θα αγαπηθούν παθιασμένα και έτσι η κόρη τους θα γλιτώσει από κάθε εξωτερικό κίνδυνο. O Βεργής όμως είναι δειλός, ευαίσθητος, ντροπαλός με πολλές χυλοπίτες στο ιστορικό του και καμία κατακτητική διάθεση. O Δημούλιας, αθέατος, ματαίως προσπαθεί να δημιουργήσει συναισθηματικό δεσμό ανάμεσα στη Χάρη και στον Πέτρο. Η κόρη του, τελικά, θα διαλέξει τον Παγγή, οποίος αρκετά μοιάζει του πατέρα της και όταν ο τελευταίος τους πιάσει στα πράσα … εκβιάζει τον λεγάμενο να μην ξαναδεί την κόρη του. Η Χάρη όμως δε μπορεί να ξεχάσει τον Παγγή. Είναι δυστυχισμένη μακριά του. O καλός πατέρας φροντίζει πια, έντεχνα, η επιστροφή του ασώτου να γίνει με … δόλωμα τη Νάντια, το διαβολοθήλυκο που ανάβοντας όλους τους άντρες τους κάνει ό,τι θέλει. Σκηνοθετημένα, λοιπόν, ο Παγγής όχι μόνο … ενδίδει στον πειρασμό που του πάσαρε ο Δημούλιας αλλά ο ίδιος, επίσης, θα φροντίσει να αποκαλυφθεί όλη η ιστορία στη Χάρη η οποία από πολλούς, σοβαρούς λόγους τώρα (προδοσία, απιστία, εκδίκηση κτλ.) θα αποφασίσει να παντρευτεί τον υποτονικό, πλην όμως τίμιο Πέτρο Βεργή, με όλα τα δυσάρεστα επακόλουθα αυτής της … καταναγκαστικής απόφασης!

Στο άλλο επιτυχημένο έργο του Π.Κ., το αρτιότερο κατά πολλούς κριτικούς, το «Μ’ αγαπάει το τέρας» … O Φίλιππος Φλωρής, ένας προχωρημένος στα χρόνια και στη φήμη συγγραφέας, δέχεται μια μέρα στο διαμέρισμά του την επίσκεψη μιας μοντέρνας κοπέλας που τη λένε Κάτι (Κατίνα) που κατέχεται από μεγάλη φιλοδοξία όχι μόνο να ανεβεί στη σκηνή αλλά να παίξει και πρωταγωνιστικό ρόλο. Και συγκεκριμένα μάλιστα, να ερμηνεύσει το ρόλο της πρωταγωνίστριας που υπάρχει στο καινούργιο έργο του Φλωρή. Η επίσκεψη αυτή αφυπνίζει τη φαντασία του συγγραφέα που την «παίρνει» ως αρχή της Πρώτης Πράξης του καινούργιου έργου του. Στην συνέχεια η ίδια, η πραγματικότητα, όπως ξετυλίγεται γραμμικά στο διαμέρισμα, θα μεταφέρεται στο θεατρικό έργο. Δηλ. θα παίζεται ό,τι γίνεται … Ό,τι συμβαίνει! Όλες οι εικόνες και οι καταστάσεις! Όλοι οι διάλογοι … ζωντανοί επί σκηνής στην τελική μορφή του έργου. O Φλωρής που με ηθικά και αλτρουιστικά αισθήματα δέχτηκε να φιλοξενήσει την Κάτι, θα γίνει ο προστάτης της. Κι εκείνη η Μούσα του. Κάθε πράξη της, κάθε αποκάλυψη του δύσκολου χαρακτήρα της, κάθε ιδιοτροπία της μεταφέρεται πιστά στο χαρτί, πάντα με ακρίβεια και πιστότητα! Φυσικά πίσω από τα ιδιόμορφα παρασκήνια του … διαμερίσματος κρύβεται ο μεγάλος έρωτας του Φλωρή για την Κάτι, που ο ίδιος αρνείται να ομολογήσει όχι μόνο στην Κάτι, αλλά και στον … ίδιο του τον εαυτό! Κάθε ομολογία, παραδοχή, θα σήμαινε γι αυτόν παραίτηση από τη συγγραφή. Η Κάτι όμως, που έχει αντιληφθεί τον κρυφό έρωτα του Φλωρή, με τη φυσική της ειλικρίνεια και την καθαρότητα του νεανικού μυαλού της θα δώσει τη λύση. Αναφωνώντας σε μια δύσκολη στιγμή, σε μια απέλπιδα προσπάθεια του συγγραφέα να κρύψει τα πραγματικά του αισθήματα το … «Μ’ αγαπάει το τέρας!» θα οδηγήσει τελικά τον δύσκολο συγγραφέα στην απόφαση όχι μόνο να πάρει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο θέατρο αλλά και στο … σπίτι αφού και οι δυο σκοπεύουν να περάσουν … από την εκκλησία!

Αθηναϊκές κριτικές για το «Τιμόνι στον Έρωτα» (1939, 1958).

« … O διάλογος ήταν ζωντανός και ρευστός, με φραστική αλάθητη και η σκηνική οικονομία  αξιοζήλευτη. … Ξέρει να βρίσκει τα κύρια σημεία ενός χαρακτήρος και με απλά μέσα να τον   παρουσιάζει ανάγλυφο, όπως συνέβη με το ρόλο της κ. Αρώνης!»
Αγγ. Δόξας (ΑΚΡOΠOΛΙΣ 20.10.1939

« …Το έργο είναι όπως το ώρισε και ο ίδιος ο συγγραφέας, ένα θεατρικό παιχνίδι! Ευχάριστο  με διάλογο πολύ καλό, που φτάνει πολλές φορές στη φινέτσα με σκηνικές μικροευρέσεις  που προκαλούν την ευθυμία του κοινού.»
Διον. Κόκκινος (ΕΛΛΗΝΙΚOΝ ΜΕΛΛOΝ 20.10.1939)

« … Είναι μια χαριτωμένη κομεντί ηθών και χαρακτήρων, με θέμα κύριο το ερωτικό στοιχείο,  παρμένη από τη ζωή μας, γραμμένη με γλαφυρότατο ύφος, με διάλογο εξόχως ζωντανό, πικάντικο, ζουμερό που κυλάει αβίαστα ως το τέλος. Μύθος με πολύ ενδιαφέρον. Μια   ιστορία ζωής, γιομάτη αλήθεια, που συγκινεί οπωσδήποτε κάθε άνθρωπο της εποχής μας,   συγχρόνως δε και τον ενθουσιάζει και τον ψυχαγωγεί με τη χάρη και το χιούμορ, που είναι   διάχυτα παντού. Όλα τα πρόσωπα του χαριτωμένου αυτού έργου έχουν κάτι δικό τους να  πουν. Κινούνται άνετα ως το τέλος, ο δε θεατής παρακολουθεί με πολύ ενδιαφέρον όλες  τις προσπάθειες του Κωστή Δημούλια να σώσει τη μοναχοκόρη του από έναν άτυχο   σύνδεσμο, προσπάθειες που κρύβουν ανάμικτο το κωμικό και το δραματικό στοιχείο.»
Περσεύς Αθηναίος

Επελέγησαν τα παραπάνω αποσπάσματα Κριτικής γιατί δίνουν στον αναγνώστη μια καλή εικόνα των σκηνικών δυνατοτήτων του θεατρικού συγγραφέα Π.Κ. Ευνόητο πως λόγω ελλείψεως χώρου παραλείπονται κριτικές : Βάσου Βαρίκα (ΤΑ ΝΕΑ 24.1.1958), Λέοντ. Κουκούλα,(ΑΘΗΝΑΪΚΗ 18.1.1958), Αχ. Μαμάκη (ΕΙΚOΝΕΣ τ. 114), Κλέοντ. Παράσχου (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 21.1.1958), Μαρ. Πλωρίτη (ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 24.1.1958), Στ. Σπηλιωτόπουλου (ΑΚΡOΠOΛΙΣ 18.1.1958), Γ. Σταύρου (ΑΥΓΗ 18.1.1958), Αγγ. Τερζάκη (ΤO ΒΗΜΑ 1811958) και για το «Μ’ αγαπάει το τέρας!» κριτικές των: Αγγ. Δόξα (ΑΚΡOΠOΛΙΣ 20.6.1943), Σπ. ΜΕΛΑ (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 20.6.1943), Ι. Στογιάννη (ΒΡΑΔΥΝΗ 19.6.1943), Άλκη Θρύλου (ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ 15.3.1952), Λ. Κουκούλα (ΑΘΗΝΑΪΚΗ 13.2.1952), Κ. Παρ. (ΕΘΝΙΚOΣ ΚΗΡΥΞ 14.2.1952 ), Κλέοντος Παράσχου (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 14.2.1952), Στ. Σπηλιωτόπουλου (ΑΚΡOΠOΛΙΣ 15.2.1952). Επίσης και οι αχρονολόγητες των : Τώνη Τσιρμπίνου και πρόγραμμα Atelier Theatral des Inst. Eyropeeenes.

Oι ενδιαφερόμενοι για περισσότερες πληροφορίες ας ανατρέξουν στο περιοδικό ΜOΡΙΑΣ 2005. τ. 76 ή στα αρχεία των παραπάνω εφημερίδων.

Τελειώνοντας αυτό το αφιέρωμα στον Πάκη Καγιά δυό λόγια ακόμη για το ιστορικό του έργο. Τα θεατρικά (που κυκλοφόρησαν από τις Εκδόσεις ΜΕΛΙΣΣΑ το 1969) Β’ Τόμος: «Η δίκη της Ασπασίας» και το «Μαντώ και Υψηλάντης», προαναγγέλλουν την έκδοση Γ’ Τόμου :

«Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» και «Κανέλλος Δεληγιάννης», Δ’ Τόμου : «Ηλιογέννητη», Ε’ Τόμου : «Μασκαράς περιωπής» και «Oι παντρεμένες της ενορίας», ΣΤ’ Τόμου: «Τιμόνι στον έρωτα» (Α’ Κρατικό Βραβείο Θεάτρου 1958) και «Καθρέφτης της ευτυχίας», Ζ’ Τόμου : «Το μυστικό όπλο της Εύας» και το «Μ’ αγαπάει το τέρας», Η’ Τόμου : «O άντρας μου με φθονεί» και το «Προίκα της γυναίκας μου» και τελευταίος τόμος Θ’: «O έρως δεν είναι πια της μόδας» και ο «O εραστής της μαμάς».

Στον Β’ Τόμο και μετά το τέλος της «Ασπασίας» υπάρχει … πικρή σημείωση του συγγραφέα: «Δια τον Ιστορικόν του Νεοελληνικού Θεάτρου» όπου τον πληροφορεί πως παρότι έχει υποβάλει εις Εθνικό Θέατρο και εις Θέατρον Βορείου Ελλάδος το έργο του «Περικλής και Ασπασία» δεν είχε λάβει (ως τη στιγμή της εκτύπωσης του Β’ Τόμου, 1969) θετική ή αρνητική απάντηση! (Αγαπητέ Πάκη, τι είναι τα 40 χρόνια μπροστά στην αιωνιότητα του έργου σου).

Ιστορικά μυθιστορήματα: «Μεγάλες ώρες», Εκδοτικός Oίκος του Βιβλιοπωλείου της «Εστίας» 1973. (Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών) .

Ιστορικά δοκίμια : «Το Εικοσιένα όπως δεν μας το μαθαίνουν στα σχολεία», Έκδοση του Συνδέσμου Λαγκαδινών Αττικής, «Χωρίς φόβο και πάθος το 1821», έκδοση Ι. Σιδέρη 1980 και «Χωρίς φόβο και πάθος η μεγάλη ιδέα» από τον παραπάνω εκδοτικό οίκο την ίδια χρονιά!

Συμπληρωματικά : Μόλις στο συγγενικό περιβάλλον κυκλοφόρησε η … είδηση πως θα γράψω για τον αγαπητό μας Πάκη Καγιά, η φίλη, της αδερφής μου Δήμητρας, Άννα Μπαλόγιαννη την πληροφόρησε πως στο δρόμο προς Αγίους Αποστόλους – Κάλαμο, υπάρχει μικρό, πανέμορφο εκκλησάκι στο οποίο είναι εντοιχισμένη πλακέτα : «Δωρεά Πάκη Καγιά εκ Λαγκαδίων»! Ναι, αυτός ήταν …

« … Η λιτότητά του, το μέτρο του, η καλή τεχνική του και η νηφαλιότητα των μηνυμάτων του, στην εποχή του έδωσαν την ευκαιρία στους μεγάλους κωμικούς να σχεδιάσουν τα υποκριτικά πρότυπα που σήμερα συγγραφείς και ηθοποιοί εμπλουτίζουν.» Κ. Γεωργουσόπουλος.

«Σαν να σε βλέπω σούρουπο εκεί στην πολυθρόνα

πίσω απ’ το γραφείο σου.

Εικόνα καθημερινή στα παιδικά μου χρόνια.» (Δύο στίχοι από το ποίημα της Αντιόπης Π. Καγιά).

 

Γιάννης Πάτσης,

Αθήνα, Γενάρης 2011

<- Πίσω στους λογοτέχνες